Addthis

Τετάρτη 31 Μαΐου 2017

Αυτοκτονία


Καλημέρα,

Από νεαρή ηλικία διάβαζα πράγματα σε βιβλία, που μεγαλώνοντας τα βρίσκω ολοένα και περισσότερο μπροστά μου. Εκείνη τη στιγμή, της ανάγνωσης, δεν είχα την ωριμότητα να αφουγκραστώ πλήρως το νόημα των λέξεων, απορροφούσα όμως σας σφουγγάρι κι αποθήκευα, σχεδόν το κάθε τι. Από όταν ήμουν μικρό παιδί, στα αυτιά μου ηχούσαν, αρχαία ρητά. " Παν μέτρον άριστον ", " Νους υγιής, εν σώματι υγιή " κι άλλα τέτοια πολλά. Προσπαθούσα να εξηγήσω ... μάταια. Η σοφία απορρέει από την εμπειρία.

Τα χρόνια όμως πέρασαν, περνάνε κάθε μέρα και πλέον νιώθω δυνατός, χάρη σε εκείνο τον αγώνα μου. Να γυμναστώ, να γίνω πρωταθλητής, να χτίσω χαρακτήρα και να μελετάω να μοχθώ, να βελτιώνομαι. Μία πολυσχιδής σπουδή. Βήμα βήμα να οικοδομήσω κάτι. Κατάφερα να αναπτύξω μία προσωπικότητα δυνατή, με όπλα την κριτική σκέψη και την διορατικότητα, που δύσκολα βάλλεται και παρασύρεται. Είμαι περήφανος που από τη μία δεν είμαι ευάλωτος στις " νόσους " της επόχης κι από την άλλη είμαι άνθρωπος με συναισθήματα, ευαισθησίες κι αδυναμίες. Αυτό δεν αλλοιώθηκε. Δεν έγινα απόλυτα κυνικός, για να επιβιώσω.

Καθημερινά, στην εφημερίδα, έγραφε για αυτοκτονίες. Ο αριθμός από το 2010, συνεχώς αυξάνει. Πάντα με προβλημάτιζε, πως ένας άνθρωπος, έφτανε-φτάνει εκεί, σε αυτό το σημείο απελπισίας. Μπορεί να ήταν στην Αθήνα, στην Πάτρα, σε κάποιο νησί, έψαχνα να βρω τις προεκτάσεις και τις συνθήκες. Φυσικά τα Μέσα το πουλούσαν μέχρι να στεγνώσει το αίμα, στη συνέχεια το έθαβαν κι είχαμε τεχνηέντως μία αποσιώπηση κι απόκρυψη του προβλήματος. Αν το ψάξει κάποιος όμως, τα νούμερα είναι ενδεικτικά της κατάστασης, που βιώνουμε καθημερινά.

Χθες έλαχε, το μοιραίο να έρθει κοντά. Χτύπησε την πόρτα του γείτονα. Μία πτώση, ένας θόρυβος κι ησυχία. Άνθρωποι φοβικοί και φοβισμένοι στα μπαλκόνια. Δεν τόλμησαν να κατέβουν στον δρόμο. Σειρήνες και πάλι σιωπή. Οι καιροί δύσκολοι και πρέπει όλοι μας να έχουμε αντιστάσεις, υπομονή κι επιμονή. Οι παραμένοντες δηλαδή, στη χώρα. Η ανθρώπινη ζωή είναι η υπέρτατη αξία. Και κανείς δεν αξίζει τις θυσίες, κυριολεκτικά και μεταφορικά, που γίνονται σήμερα.

Ακόμα κι ένα τόσο τραγικό συμβάν, πρέπει να σε κάνει σοφότερο. Να σκεφτείς, να εμβαθύνεις και στο βάθος να πολεμήσεις, για το καλό το δικό σου κι αν θέλεις και μπορείς των συνανθρώπων σου. Διότι το προλαμβάνειν (το κακό) είναι όλη η ιστορία, η ουσία ...  Ήταν ένα περίεργο βράδυ, που το σκοτάδι κάλυψε τα κακώς κείμενα, έκρυψε το αίμα, μίκρυνε τους ανθρώπους και τώρα που ξημέρωσε το κρίμα πέφτει στους λίγους, τους οικείους, όπως συνηθίζεται ...

Σάββατο 27 Μαΐου 2017

Πλήρης αποπροσανατολισμός


Θεσσαλονίκη, Μάιος 2017, Ελλάδα, Μάιος 2017, πού πάμε; Μία κραυγή, συγχρόνως, απόγνωσης για το τώρα κι αγωνίας για το αύριο. Λέγεται ότι, ελπίδα κάθε τόπου είναι οι νέοι, που κατ΄έναν μαγικό τρόπο εδώ έχουν εγκλωβιστεί κάπου μεταξύ των οθονών (εικονική πραγματικότητα) και των καφετεριών κι αδυνατούν να ζήσουν και να ονειρευτούν. Μοναδική διέξοδος, για όσους συνειδητοποιημένους,  μοιάζει το τέλος των σπουδών κι ο δρόμος της φυγής, της μετανάστευσης, στο εξωτερικό, ώστε να πάρουμε, όσα μας αξίζουν.

Σημασία έχει όμως τι κάνεις, όσο είσαι εδώ; Παρατηρώ καθημερινά, πρόσωπα, συμπεριφορές, καταστάσεις, ο φόβος ελλοχεύει, στοιχειώνει ανθρώπους κάθε ηλικίας. Τα Μέσα τρομοκρατούν, προβάλλοντας εικόνες χειρότερες απ΄αυτές που βιώνουμε, ώστε να επαναπαυτούμε στα λίγα. Κανείς δεν τολμά να αποτινάξει τον ζυγό κι όσοι ακόμα το προσπαθούν, χαρακτηρίζονται ρομαντικοί, γραφικοί, βλάκες. Αν εμείς οι ίδιοι δεν νοιαστούμε για το μέλλον, το δικό μας, των παιδιών μας και του τόπου μας, τότε ποιος;

Η Ελλάδα νομοτελειακά εξελίσσεται σε μία Βαλκανική χώρα μεγάλων αντιθέσεων, που μόλις βγει από την τεχνητή κρίση, που στραγγαλίζει καθημερινά τον κόσμο, θα είναι ακόμα ένα σύνολο ανθρώπων των άκρων. Με φτηνό εργατικό δυναμικό, πολυεθνικές, συμφέροντα, πλειοψηφία που θα φυτοζωεί κι ελάχιστους πλούσιους, που θα τα έχουν καλά με τους δυνατούς ανά τον κόσμο. Ο καπιταλισμός θέλει την πλατιά μάζα σ΄αυτήν την κατάσταση, να μην έχει χώρο και χρόνο για μόρφωση κι απαιτήσεις, να σκέφτεται μονάχα πως θα επιβιώσει, να ξημερώσει κι αύριο, ως εκεί ...

Το ' καλό παράδειγμα " λοιπόν της αντίστασης δεν θα ξεκινήσει από την Ελλάδα, στην Ευρώπη "μας". Όταν κάποιες χώρες στην κεντρική Αμερική και την Αφρική το επιχείρησαν, σεβόμενες τα στοιχειώδη, τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά τους, είχαμε εκατόμβες θυμάτων. Κάτι ανάλογο θα συνέβαινε κι εδώ έμμεσα ή ακόμα κι άμεσα, καθώς το σύστημα είναι δομημένο έτσι, ώστε να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των λίγων κι όχι της ανθρωπότητας. Δεν ήμασταν έτοιμοι για τη δική μας επανάσταση. Πόσο βάρος έχει πέσει άραγε σε αυτήν τη λέξη, αλλά και σ΄αυτή τη γενιά, που πρέπει να βγει αλώβητη;

Αν διαβάσεις, αν το ψάξεις, μάθεις την ιστορία και συσχετίσεις τα γεγονότα, θεωρείς όλα τα παραπάνω δεδομένα. Σε πιάνει απογοήτευση, έχεις να διαλέξεις ανάμεσα σε δύο τινά, να αντιμετωπίσεις τα πάντα κυνικά ή να συνεχίσεις, να βελτιωθείς να ανελιχθείς, να βρεις τη δύναμη και να επιφέρεις ουσιαστικές αλλαγές στον κόσμο Κάτι το οποίο φυσικά είναι τρομερά δύσκολο κι ακούγεται τόσο μακρινό.

Δεν φτάνει να φωνάζουμε, να διαδηλώνουμε. Πλέον κανείς δεν θα μας ακούσει. Η απογοήτευση κι η ανάγκη εκτόνωσης στρέφει τους ανθρώπους να σφάζονται στα γήπεδα, κάνοντας μία γιορτή τραγωδία, στους δρόμους, στις φοιτητικές εκλογές, σε κάθε ευκαιρία, με κάθε αφορμή. Η αποκτήνωση σε όλο της το μεγαλείο, την ώρα που οι πολιτικοί έρχονται σε ρήξη με τους επιχειρηματίες σε μία χρεοκοπημένη απ΄όλες της απόψεις χώρα και γενικότερα επικρατεί μία χαοτική κατάσταση, που για να την αντιληφθείς, πρέπει να σηκωθείς ψηλά και να δεις τα πράγματα από απόσταση. Αυτό είναι πόλεμος.

Κι επανέρχομαι στο αρχικό μου ερώτημα, πού πάμε, πού βαδίζουμε; Έχουν καταφέρει τον βασικό τους στόχο. Προβατοποίηση του λαού, εύκολα διαχειρίσιμη μάζα, αποβλακωμένη να παρακολουθεί riality κι επαναλήψεις σίριαλ στους καναπέδες. Είναι αυτή η Ελλάδα, η ένδοξη χώρα που μας άφησαν παρακαταθήκη, που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας, είναι αυτή η χώρα πού ονειρεύεστε για τα παιδιά μας; Κι αν όχι μπορούμε να κάνουμε κάτι δραστικό ή τα πάντα έσβησαν κι έμεινε μία σιωπή να καλύψει τα ερείπια;

Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Πού πάω;


Οι καλές κωμωδίες σπανίζουν και μία τέτοια είδα πρόσφατα κι αποφάσισα να την μοιραστούμε. Ο λόγος για το Quo vado του Τζενάρο Νουνζιάντε με πρωταγωνιστή τον Κέκο Ζαλόνε, στην τέταρτη απόπειρα συνεργασίας τους. Πρόκειται για μία ταινία, που έσπασε τα ταμεία στη γειτονική χώρα κι έγινε η πιο επιτυχημένη όλων των εποχών στο box office, μετρώντας έσοδα 72.000.000 δολαρίων. Παρ΄όλα αυτά στην Ελλάδα δεν έτυχε ανάλογης υποδοχής από τους επαγγελματίες του χώρου.

Ένας άνθρωπος γεννήθηκε για να απολαύσει τα προνόμια του δημοσίου υπαλλήλου. Αυτό ήταν το όνειρο του. Είναι οικονομικά ανεξάρτητος, περιζήτητος γαμπρός, παρ΄όλα αυτά ζει ακόμα με τους γονείς του. Όταν το κράτος αποφασίζει περικοπές, χάνει τη μόνιμη θέση του και μεταφέρεται από μέρος σε μέρος προκειμένου να παραμείνει γρανάζι του συστήματος, καθώς δεν πληρεί πλέον τα κριτήρια της μονιμότητας. Μέχρι πού μπορεί να φτάσει όμως για να την κρατήσει;


Μιλάμε για ένα άκρως επίκαιρο, χιουμοριστικό έργο που καταδεικνύει αφενός τις ιδιαίτερες σχέσεις κράτους-πολίτη στις μεσογειακές χώρες, τη διαφθορά, τις εξυπηρετήσεις κι αφετέρου τις μεγάλες αντιθέσεις με τις βορειοευρωπαικές χώρες, που υπάρχει μία άλλη κοσμοθεωρία συνολικά. Ένιωσα, τον Κέκο συμπατριώτη μου, άνθρωπο της διπλανής πόρτας, όπως πολλοί από εσάς, που είχατε την τύχη να δείτε την ταινία ή θα την επιλέξετε στο εγγύς μέλλον, γιατί πραγματικά αξίζει τον κόπο.

Με σαφή διάθεση να ψέξει τα κακώς κείμενα και στερεότυπα χρόνων, με πολιτικό σαρκασμό και με την υπογραφή του στο σενάριο και τη μουσική (ψευδώνυμο Luca Medici), πέραν της ερμηνείας, ο Κέκο Ζαλόνε δημιουργεί ένα έργο απαραίτητο για την εποχή. Εύπεπτο, άμεσο, χωρίς να απαιτεί δεύτερες σκέψεις κι ιδιαίτερη εμβάθυνση. Εδώ μιλάμε για ψυχαγωγία. Ένα μήνυμα για το σήμερα μέσα από τη σάτιρα και τη διακωμώδηση της καθημερινότητας.


Πλάι στον πρωταγωνιστή, από την μία, η οικολόγος Βαλέρια κι από την άλλη η διευθύντρια του κρατικού φορέα, η οποία προφανώς σηκώνει τα χέρια ψηλά και φτάνει σε σύγχυση-αμόκ, με το πείσμα και την επιμονή του Κέκο να διατηρήσει τη θέση του, πάση θυσία. Πώς τα μαθαίνουμε όλα αυτά; Τα διηγείται, έχοντας φτάσει πια στην Αφρική, στον αρχηγό μίας φυλής, που προσωρινά τον έχει συλλάβει και θα κρίνει την τύχη του. Aπίστευτο; Κι όμως μεσογειακό.

Με σκηνές ικανές να σε κάνουν να λυθείς από τα γέλια, μιλάμε σίγουρα για την κωμωδία του 2016-17.Φτάνει στα στάνταρ του γαλλικού, Θεέ μου τι σου κάναμε (2014) και καλώ ανεπιφύλακτα τον κάθε σινεφίλ να την παρακολουθήσει, αφιερώνοντας κάτι περισσότερο από μία ώρα. Δεν θα το μετανιώσει ...


Τετάρτη 17 Μαΐου 2017

Δύο καρδιές


Η Κατέλ Κιγιεβερέ επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη, με την τρίτη μεγάλους μήκους ταινίας της, βασισμένη στο πολυβραβευμένο μυθιστόρημα της Μαλίς Ντε Κερανγκάλ. H ακριβής μετάφραση του Reparer les vivants είναι λίγο διαφορετική από την ελληνική απόδοση του τίτλου.  Δύο ιστορίες που συμπλέκονται κι αλληλεπιδρούν. Το τέλος ενός νεαρού ανθρώπου, σηματοδοτεί έμμεσα την ανανέωση των ελπίδων ενός συνανθρώπου του για παράταση στη ζωή.

Τρία νεαρά αγόρια κάνουν ξέγνοιαστα surf στην περιοχή της Χάβρης. Νιώθουν ελεύθερα παλεύοντας με τα κύματα. Ποιος να ξερε όμως πως αυτή η απόδραση, θα έκοβε το νήμα για ένα μέλος της παρέας; Οι τραγικοί γονείς καλούνται να διαχειριστούν την ύψιστη απώλεια. Απόγνωση, δεν υπάρχει χρόνος κι ουσία για αναζήτηση ευθυνών. Τίθεται μόνο το ηθικό δίλημμα, να δωρίσουν τα όργανα του Σίμον ή όχι;




Την ίδια ώρα, υπάρχουν άνθρωποι στην αναμονή για μία μεταμόσχευση. Μία τέτοια περίπτωση είναι η Κλερ (Anne Dorval), κάτοικος Παρισιού. Το αποφασίζει, ύστερα από μία ιδιαίτερα επώδυνη διαδικασία (" δεν ξέρω αν μπορώ να ζήσω με την καρδιά ενός νεκρού ") και περιμένει καρτερικά. Κομβικό ρόλο στην πλοκή και την εξέλιξη της υπόθεσης διαδραματίζουν οι θεράποντες ιατροί (Ταχάρ Ραχίμ). Είναι ο ορισμός της αθέατης πλευράς του λειτουργήματος με φόντο το κοινό καλό.


Καλώς ή κακώς η Ελλάδα είναι μέσα στις πρώτες χώρες σε θανατηφόρα τροχαία στην Ευρώπη. Σχεδόν όλοι μας έχουμε βιώσει μία ανάλογη εμπειρία στον περίγυρό μας. Το πρώτο μέρος της ταινίας με συγκίνησε βαθύτατα, με άγγιξε, σαν να συμμετέχω κι εγώ στο δράμα. Είναι ένα μάθημα προς κάθε νέο, για την προσοχή, που χρειάζεται κάθε πτυχή της καθημερινότητας. Να προλάβουμε πριν είναι αργά, διότι κάποια λάθη δεν υπάρχει η πολυτέλεια να διορθωθούν.




Η ίδια η σκηνοθέτης υποστηρίζει, "το ταξίδι αυτού του οργάνου μου έδωσε τη δυνατότητα να κινηματογραφήσω σώματα με έναν τρόπο που είναι ταυτόχρονα ανατομικός, ποιητικός και μεταφυσικός. Στην καρδιά της ταινίας βρίσκεται το ερώτημα της σύνδεσης ανάμεσα στα άτομα αυτά και το πώς οργανώνουμε μία αλυσίδα για να παρατείνουμε τη ζωή, πως αντιμετωπίσουμε τον θάνατο. Ήθελα να πω αυτήν την ιστορία από την οπτική ματιά των ζωντανών, αυτών που μένουν πίσω.Η δωρεά οργάνων βασίζεται στην αρχή της αλληλεγγύης. Ελπίζω να έκανα μια ουμανιστική ταινία που θα κάνει τους θεατές να νιώσουν μέρος μιας οικογένειας, μιας ομάδας, μιας κοινωνίας".


Δημιουργείται ένα πολυσχιδές, ευαίσθητο αριστούργημα με φόντο τον άνθρωπο κι αφήνει ένα μήνυμα οικουμενικό. Αξίζει να σημειώσουμε, τα αντιρατσιστικά σχόλια, για τους gay και τους έγχρωμους, το ταξίδι στα άδυτα των χειρουργείων και τη δύναμη του καλού. Είμαστε όλοι κομμάτι της κοινωνίας και οφείλουμε να δίνουμε δραστικές λύσεις, όταν το απαιτεί η κατάσταση. Η αντίστροφη μέτρηση ξεκινά, όλα είναι έτοιμα. Το χαμόγελο της ευτυχίας είναι η επιβράβευση του ομαδικού πνεύματος και της ειλικρινούς αλληλεγγύης.


Ενορχηστρωμένο με τη μουσική του Alexandre Desplat, αφήνει μία νότα αισιοδοξίας. Από ένα τραγικό, μακάβριο γεγονός, στην άλλη άκρη με την ελπίδα και την αναγέννηση της ζωής. Φυσικά για τους γονείς, ο πόνος παραμένει αβάσταχτος για πάντα. Εκεί όμως φαίνεται το μεγαλείο του ανθρώπινης ψυχής κι αντιλαμβανόμαστε άπαντες πόσο βασικό αγαθό είναι η υγεία μας ...





Σάββατο 13 Μαΐου 2017

Το Δίχτυ


O Κιμ Κι Ντουκ είναι ένας πολύ σπουδαίος Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης. Το 2012 κέρδισε τον Χρυσό Λέοντα στη Βενετία με το " Pieta ", ενώ γνωστά του έργα είναι το " Άνοιξη, Καλοκαίρι, Φθινόπωρο, Χειμώνας και πάλι Άνοιξη (2003) και το Arirang (2011). Αξίζει να σημειωθεί επίσης, πως έχει κάνει πάνω από είκοσι μεγάλου μήκους ταινίες. Αυτή τη φορά επιλέγει το κοινωνικοπολιτικό σινεμά και δημιουργεί μία ταινία, απαραίτητη για την εποχή με σαφείς αιχμές προς τον κόσμο που ζούμε.

Ο πρωταγωνιστής μας είναι ένας Βορειοκορεάτης, φτωχός ψαράς. Ένα ατύχημα με τη βάρκα του, τον στέλνει στον Νότο κι από εκεί ξεκινάει ο εφιάλτης του. Ανακρίνεται ως εν δυνάμει κατάσκοπος, βασανίζεται, απειλείται η ίδια του η ζωή κι όλα αυτά, επειδή αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη μοναδική του περιουσία, που είχε για να ζει την οικογένειά του. Δεν χωρούν συναισθηματισμοί. Μετατρέπεται σε ένα πιόνι συμφερόντων. Ποτέ η καθημερινότητα του, δεν θα είναι, όπως πρώτα.




Παράτολμο το εγχείρημα του σκηνοθέτη. Θίγει τα κακώς κείμενα των δύο κόσμων. Από τη μία ο υλικός ευδαιμονισμός του καπιταλισμού, με τα θετικά του και τα αρνητικά του κι από την άλλη η Δικτατορία και τα Πυρηνικά όπλα. Μιλάμε για ένα θρίλερ, για ένα δράμα. Η λέξη, που κυριαρχεί, είναι να " αυτομολήσει ". Στρατιωτικός κατά βάση όρος. Να προδώσει δηλαδή την πατρίδα του και να μείνει στη Σεούλ, κάνοντας μία νέα οικογένεια εκεί. Υπάρχουν όμως ακόμα ευσυνείδητοι άνθρωποι, ηθικοί, με αίσθηση του χρέους.

Η εξέλιξη προοικονομείται από την πρώτη κιόλας σκηνή. Το δίχτυ (το κράτος μεταφορικά) αποτελεί μία αλληγορία. " Έχω πιάσει πολλά ψάρια (ο λαός μεταφορικά) στα δίχτυα μου, τώρα εγκλωβίστηκα εγώ ο ίδιος σ΄αυτά ".  Ακροβατεί ανάμεσα στο θέλω και το πρέπει. Στην υποχρέωση και τους πειρασμούς. Παραμένει όμως πιστός στις αρχές και τα ιδανικά του. Διαπιστώνουμε, ότι η εκμετάλλευση, η διαφθορά, οι εκβιασμοί είναι παγκόσμια φαινόμενα, ενός σάπιου συστήματος. Πόσο υποκριτικά φαντάζουν όλα; Προκαλεί παράνοια, η κατάσταση, που από καιρό έχει ξεφύγει.




Ο ίδιος ο Κι Ντουκ υποστηρίζει, " Οι ταινίες μου είναι η συνείδησή μου. Οι σχέσεις μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας διανύουν μια περίοδο έντονης κρίσης. Υπάρχει ανησυχία, για το ενδεχόμενο πολέμου. Αποφάσισα, να μιλήσω για την έλλειψη εμπιστοσύνης ανάμεσα στους κατοίκους των δύο χωρών. Πρέπει τα προβλήματα να λυθούν με τον διάλογο. Στηλιτεύω την αποκαρδιωτική κατάσταση που επικρατεί. Στην ταινία οι μυστικοί πράκτορες και οι αστυνομικοί αμφότερων των κρατών ασκούν σωματική βία κι απειλούν τον πρωταγωνιστή. Είναι θλιβερό πώς το κράτος και στις δύο εκδοχές του δεν υπάρχει για να υπηρετεί το λαό, αλλά για να τον καταπιέζει.

Μία καθηλωτική ταινία, στα όρια του ντοκιμαντέρ, που σε φέρνει κατάματα με την σκληρή πραγματικότητα. Ή πρέπει να γίνεις απόλυτα κυνικός για να επιβιώσεις ή να βρεις τη δύναμη, ώστε να μπορέσεις να επιφέρεις κοσμογονικές αλλαγές. Ψυχοπλακώνεσαι, το χωνεύεις και ψάχνεις λύσεις, σε έναν δρόμο που μόνο με ροδοπέταλα δεν είναι στρωμένος. Αυτό επιβάλλει όμως ο ανθρωπισμός. Σίγουρα δεν θα είναι εύκολο. Αυτή όμως είναι η λύση κι όποιος το αρνείται, εθελοτυφλεί.




Το όνειρο της επανένωσης κρατάει ζωντανούς τους ρομαντικούς. Η τελευταία εικόνα είναι το μήνυμα του καλού. Η κόρη του πρωταγωνιστή, αγκαλιά με τα δύο αρκουδάκια. Ένα παιδί δίνει το μήνυμα. " Από μικρό μαθαίνεις την αλήθεια ". Ακόμα κι αν χρειάστηκε νωρίτερα να θυσιαστεί ο ίδιος της ο πατέρας, που παρά την ιώβεια υπομονή του, δεν άντεξε και βρήκε τη λύτρωση στη μοναδική διέξοδο, που του είχε απομείνει, αναγκασμένος να ζει σε μία αιώνια αόρατη φυλακή.

Ένα απάνθρωπο σύστημα από άκρη σε άκρη, με ελάχιστες εξαιρέσεις, που πραγματικά μας δίνουν μία νότα αισιοδοξίας, πως ακόμα υπάρχει ελπίδα. Δυστυχώς, η ιστορία επαναλαμβάνεται. Τα παθήματα κι ο αβάσταχτος πόνος, δεν έγιναν μαθήματα, όπως θα έπρεπε. Ένας κόσμος τόσο λαμπερός στο φως, μα τόσο σκοτεινός στη σκιά. Μπορεί άραγε η ελευθερία, να μας εγγυηθεί την ευτυχία; 








Τρίτη 9 Μαΐου 2017

Η Κυνηγός με τον Αετό


O Ότο Μπέλ έχει γράψει τη δική του ιστορία στα ντοκιμαντέρ. Έχει ξεπεράσει τις 15 ταινίες κι όλες σε απομακρυσμένες περιοχές. Αυτή τη φορά επιλέγει το μακρινό Καζακστάν, ώστε να αναδείξει την ιστορία της 12χρονης, Αισολπάν, της πρώτης γυναίκας κυνηγού, με αετό. Πρόκειται για μία παράδοση, που μεταφέρεται από τον πατέρα στον υιό. Αφηγήτρια, η Daisy Ridley, που ο περισσότερος κόσμος, την έμαθε ως πρωταγωνίστρια του Star Wars-H δύναμη ξυπνάει.

Όρη Αλτάι, ένα μικρό κορίτσι αποφασίζει, πως μπορεί να πετύχει τα πάντα. Η δύναμη του ανθρώπου είναι ικανή να την επιβεβαιώσει. Η στήριξη κι η εμπιστοσύνη της οικογένειας (πατέρας-παππούς-μητέρα) απόλυτη. Αυτή η θετική προδιάθεση, διευκολύνει το δύσκολο εγχείρημα, που αναλαμβάνει. Θα κινδυνέψει, θα μοχθήσει, θα εκπαιδευτεί, θα κερδίσει το πρώτο Βραβείο στο Φεστιβάλ του Χρυσού Αετού, αλλά η ώρα της αλήθειας και παράλληλα της δικαίωσης είναι στο αληθινό κυνήγι, υπομένοντας όλες τις κακουχίες.




Δεν σας κρύβω, ότι από το Καζακστάν γνώριζα την Αστάνα. Μία πόλη, που έχει χτιστεί για λίγους στα πρότυπα της Νέας Υόρκης. Εδώ βλέπουμε κάτι εντελώς διαφορετικό. Μία μαγευτική φύση, απουσία κάθε μορφής τεχνολογίας (Δυτικός Κόσμος) κι ανθρώπους να τολμούν, να εκπληρώσουν τα όνειρά τους, με βάση τις σχέσεις τους και την αλληλοβοήθεια. Έχοντας συγχρόνως, προοδευτικές αντιλήψεις, περί ισότητας των δύο φίλων, στέλνοντας μ΄αυτόν τον τρόπο, ένα οικουμενικό μήνυμα.


Πρόκειται για ένα φιλμ, με βαθείς συμβολισμούς. Η σχέση κυνηγού-αετού, δείχνει τη αντίστοιχη του ανθρώπου με τη φύση. Επιβάλλεται να τη σέβεται, ώστε αυτή να του αποδίδει τα προς το ζην, σε μία σχέση έμμεσης ανταποδοτικότητας. Γι΄αυτό κι  ο αετός, εφτά χρόνια μετά, ελευθερώνεται, ώστε να ζήσει ελεύθερος. Με σεβασμό στην παράδοση, τα ήθη και τα έθιμα, που περνούν με ευλάβεια από γενιά σε γενιά.




Η ίδια η πρωταγωνίστρια τονίζει, εθίστηκα από την πρώτη στιγμή, την πρώτη φορά που κυνήγησα με τον αετό μου, εκείνο το πρωί είχα πολύ άγχος, ο μπαμπάς μου με ενθάρρυνε και μου έλεγε συνέχεια: «Αϊσολπάν, μπορείς να το κάνεις. Όλα θα πάνε καλά». Αργότερα, επισκέφθηκα διαφορετικές χώρες με ξεχωριστές κουλτούρες και πολιτισμούς, γνώρισα νέους φίλους, νέους ανθρώπους. Θέλω να γίνω γιατρός κι όχι ηθοποιός. Η μαμά μου έχει καρδιακά προβλήματα και θέλω να τη φροντίσω. Και κλείνει με το δικό της μήνυμα προς τα κορίτσια όλου του κόσμου, " Mην εγκαταλείπετε ποτέ τους στόχους σας. Προσπαθήστε σκληρά και μη τα παρατάτε. Να είστε δυνατές, ακριβώς όπως και οι θηλυκοί αετοί "


Ξεχωριστή μνεία κάνω στην απεικόνιση της φύσης. Μία άγρια ομορφιά. Λίγο καιρό μετά τα Δάση της Σιβηρίας, μεταφερόμαστε στην στέπα της Μογγολίας, με το χιόνι και τα βουνά να κυριαρχούν. Είναι σαγηνευτικό, σαν να σε καλεί, να αψηφήσεις τον κίνδυνο και να νικήσεις τον φόβο. Κι η χρονική διάρκεια του έργου ιδανική. Δεν προλαβαίνει να σε κουράσει, στιγμή να βαρεθείς. Σε ταξιδεύει νοερά.




Παρ΄ότι το φινάλε μοιάζει αναμενόμενο, ένιωσα ως θεατής δέος. Ταυτίστηκα με την ηρωίδα και τον αγώνα της, να καταφέρει βήμα βήμα τον στόχο της, παρά την αμφισβήτηση του περίγυρου, μίας ανδροκρατούμενης κοινωνίας. Μας αφήνει ένα αισιόδοξο μήνυμα, που το ενισχύει το τραγούδι της Sia (You can do anything) στο φινάλε. Ο τολμών νικά.