Addthis

Πέμπτη 28 Ιουλίου 2016

Δεσμοί αίματος


Πολλές φορές ένας τίτλος είναι ενδεικτικός του τι θα ακολουθήσει στην μεγάλη οθόνη. Στην περίπτωσή μας η ρήση αυτή ταιριάζει απόλυτα. " Δεσμοί αίματος " στην κυριολεξία, καθώς ο Γκρίμουρ Χακόναρσον αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει έναν ύμνο για την σχέση μεταξύ δύο αδελφών (Γκάμι και Κίντι), που περνά από χιλιάδες κύματα, μέχρι το τελικό φινάλε. Στα όρια του ντοκιμαντέρ, στην μακρινή Ισλανδία, που οι περισσότεροι γνώρισαν γεωγραφικά, από το Euro της Γαλλίας.

Σε μία απομονωμένη κοιλάδα του νησιού, δύο ηλικιωμένα αδέρφια έχουν να μιλήσουν περίπου σαράντα χρόνια. Ένας φράχτης χωρίζει τις μάντρες τους, ωστόσο το χάσμα αγεφύρωτο. Επικοινωνούν μάλιστα με γραπτά μηνύματα μέσω ενός σκύλου (ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου), που διαδραματίζει τον ρόλο του αγγελιοφόρου. Οικογένειά τους, παιδιά τους, τα πρόβατά τους. Το πιο αγνό ζώο, ο αμνός του Θεού.Τα φροντίζουν και κάθε χρόνο λαμβάνουν μέρος στον τοπικό διαγωνισμό, κερδίζοντας μάλιστα τις περισσότερες φορές, το πρώτο βραβείο. Κι ενώ όλα κυλούν ομαλά κι απολαμβάνουν την ησυχία της μοναξιάς του, έρχεται ένα τόσο δυνατό χτύπημα, που θα τους ταράξει συθέμελα, θα ανατρέψει τις ισορροπίες και θα τους αναγκάσει να αναθεωρήσουν τα πιστεύω τους.


Ξαφνικά το κοπάδι αρρωσταίνει, οι ειδικοί αποφασίζουν την θανάτωση όλων των ζώων. Μαχαιριά στην καρδιά. Δεν μένει επιλογή, πρέπει να συνεργαστούν για σώσουν την κληρονομιά τους, οικονομική, ηθική, οικογενειακή. " Θέλω να με βοηθήσεις ". Ο εγωισμός πέφτει, ιδανικά κι αξίες όπως η συνεργασία, η αλληλεγγύη, η αδερφική αγάπη εξυψώνονται. Είμαστε άνθρωποι. Έχουν το ίδιο αίμα μέσα τους. Όλα αυτά κάτω από αντίξοες συνθήκες, η δύναμη του συναφιού μας όμως τεράστια. Θα πετύχει άραγε το εγχείρημά τους; Μοιράζονται την αγωνία, το άγχος, τις σκέψεις του, με κοινό στόχο, να σώσουν το βιός τους.

Μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός, ότι κέρδισε το βραβείο Μέγας Αλέξανδρος στην Θεσσαλονίκη ή ότι διακρίθηκε στο Φεστιβάλ των Καννών. Συνολικά 28 νίκες, δείγμα, ότι ακόμα υπάρχει ανθρωπιά κι αξίες. Ο κόσμος ευαισθητοποιείται, δεν έχει γίνει μάζα σε απόλυτο βαθμό, ούτε ρομπότ. Έχει συναισθήματα. Όπως είναι λογικό, η ταινία " Δεσμοί αίματος " αποτέλεσε την υποψηφιότητα της Ισλανδίας για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, αλλά δεν πέρασε στην τελική φάση του διαγωνισμού. Στην Γαλλία, όπου κι έκανε ντεμπούτο, στις Κάννες, η διανομή της ταινίας έχει ευδοκιμήσει και δεν είναι κάτι συνηθισμένο.


Mέσα από έναν ρεαλισμό, που φλερτάρει με τον κυνισμό, ο Χακόναρσον, μας δίνει την εικόνα της ζωής στην περιφέρεια της Ισλανδίας. Συνθέτει ένα οικογενειακό δράμα, με πινελιές μαύρο χιούμορ, που δίνουν μία ανάσα χαράς στον θεατή-πρωταγωνιστή, που βιώνει το όλο δράμα. Το πιο όμορφο στα δικά μου μάτια είναι, ότι μιλάμε για μία ειλικρινή, αυθεντική σχέση, που ναι μεν περνάει από χίλια κύματα, αλλά έχει έντονο φινάλε. Αισιόδοξο, ελπιδοφόρο.

H αποθέωση της αδελφικής αγάπης. Είναι μία σχέση ζωής, ακόμα κι αν περάσει από μυριάδες εμπόδια, διαρκεί για πάντα. Πολλές φορές ο εγωισμός μας τυφλώνει και για μικρά πράγματα χαλάμε τις καρδιές, στο τέλος όμως η αγάπη θα κερδίσει, να΄στε σίγουροι. Μία ανάμνηση είναι αρκετή για να αμβλυνθεί το χάσμα. Τα προβλήματα φέρνουν τους ανθρώπους, πιο κοντά, όπως στην ταινία μας. Το ίδιο ισχύει και στην εποχή μας και στη χώρα μας. Εσείς κρατάτε, ακόμα κακία;


Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

Εφτά θυμοί


Η ταινία του Χρήστου Βούπουρα (Λιποτάκτης 1988, Μιρουπάφσιμ 1997), βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα, " Εφτά Θυμοί " αγγίζει τον θεατή και τον ταξιδεύει. Με διαχρονική αξία, επίκαιρη για το σήμερα και το αύριο. Το ασπρόμαυρο φόντο με πάει στο παρελθόν, στην παλιά Αθήνα, σαν σκηνικό από ελληνική ταινία. Βαθιά ανθρωποκεντρικό, αντιρατσιστκό μακριά από προκαταλήψεις και στερεότυπα της εποχής, δίχως ηθικούς φραγμούς κι αναστολές.

Ο πρωταγωνιστής (Μάξιμος Μουμούρης) μας, είναι ένας 42άρης αρχαιολόγος, ομοφυλόφιλος και άθεος. Συνάπτει σχέση με έναν 20χρονο Άραβα κι αυτή θα τον σημαδέψει ανεξίτηλα για τη συνέχεια της ζωής του. Παράλληλα συναναστρέφεται με μία ελληνογαλλίδα κι έναν Αλβανό μουσικούς, έναν Έλληνα που επαναπατρίζεται, έναν αστυνομικό κι έναν διευθυντή Τράπεζας, που νομίζει πως τα χρήματα δίνουν την απόλυτη ευτυχία. Κάθε επαφή ένα μάθημα ζωής, σκληρό στα όρια του κυνισμού. Συγχέονται όλοι οι κόσμοι της σημερινής παρηκμάζουσας Ελλάδας και δίνουν μάχη να αλλοιώσουν την προσωπικότητά του. Θα αντέξει άραγε;


Μέσα σε ένα φιλμ 100 λεπτών θίγονται ευαίσθητα ζητήματα. Η ατάκα του νεαρού πιανίστα. " Τι να κάνω εδώ σ΄αυτήν την χώρα, την μουσική την έχετε μόνο για χόμπι, δεν υπάρχει παιδεία; ". Υποδηλώνει το αδιέξοδο των νέων. Η έλλειψη αλληλεγγύης μεταξύ των ανθρώπων, χαρακτηριστικό του νεοΈλληνα. " Εσύ δεν ξέρεις από αγάπη, εγώ ξέρω ", λέει ο νεαρός Άραβας στον Πέτρο. " Κύριε Πέτρο γνωρίζετε καράτε; να μάθετε ", ακούγεται από τον γέρο θυρωρό. " Την Ελλάδα για να την ανακαλύψεις, πρέπει να φύγεις μακριά της ". Προτάσεις που θα μπορούσαν να γίνουν θέμα για έκθεση. Πυροδοτούν την σκέψη σου και καλλιεργείς τις ιδέες μέσα σου, μέχρι να ωριμάσουν. Καταλαβαίνεις πάντως πως δεν μεγαλώνεις σε έναν κόσμο αγγελικά πλασμένο.


Ο ίδιος ο σκηνοθέτης θέλει να καταδείξει την γοητεία του διαφορετικού. Ο έρωτας είναι θυσία, ελευθερία, προσμονή, δημιουργία, εμπιστοσύνη κι απόλαυση. Γι΄αυτό αγγίζει τα όρια του θανάτου. Υποστηρίζει επίσης, πως ήρθε η ώρα να απογαλακτιστούμε από τα απομεινάρια μεσαιωνικών αντιλήψεων και θρησκευτικών συντηρητισμών. Ο,τι χαρακτηρίζει τις επιλογές ενός ανθρώπου, αισθητικές, ερωτικές, κοινωνικές, πρέπει αυτονόητα να γίνεται σεβαστό. Για το ευαίσθητο θέμα της μετανάστευσης τονίζει, ότι η παραβατικότητα έχει ταυτιστεί πλέον με το κύμα ερχομού προσφύγων. Ο Έλληνας ξέρει καλά αυτόν τον όρο, μόνο τυχαία δεν είναι η ύπαρξη του Ξένιου Δία, Θεού της φιλοξενίας. Η γνώση της συμπόνοιας είναι χαρακτηριστικό του λαικού ανθρώπου. Η ζωή είναι δρόμος, περιπλάνηση, κάπως έτσι αντιλαμβάνεται ο ίδιος την τέχνη.

Όλα αυτά στην εποχή της οικονομικής, αλλά κυρίως της κοινωνικής, κρίσης αξιών κι ιδανικών. Το μεταναστευτικό αποτελεί μείζον πρόβλημα και σήμερα στην Ελλάδα. Ζήσαμε την Ειδομένη, τώρα οι μετανάστες είναι στο ΑΠΘ, ο κόσμος έχει ξεσηκωθεί, αναγεννώνται ρατσιστικές αντιλήψεις, βρίσκουν πάτημα φασιστικά μορφώματα και προπαγανδίζουν την πολιτική τους στον χιλιοταλαιπωρημένο λαό, που ψάχνει σανίδα σωτήριας, μέσα στην δίνη της καθημερινότητας. Πολύ λεπτό ζήτημα, που μαστίζει σήμερα την χώρα μας κι απαιτεί σαφώς λεπτούς χειρισμούς,ώστε να μην ξεφύγει από τον έλεγχο η κατάσταση.


Ο Πέτρος μοιάζει σαστισμένος, πανικόβλητος. Του αρέσει να είναι κοντά στους νέους κι ιδιαίτερα του ίδιου φύλλου. Στόχος είναι η ανάκαμψη κι η τελική νίκης της αγάπης, του καλού. Όλα αυτά σε μία εποχή, που κυρίαρχες αξίες για την μάζα είναι η ευτελής διασκέδαση και το φαίνεσθαι. Ο πρωταγωνιστής παρακολουθεί, ζει, βιώνει. Δεν ανήκει εδώ, παίρνει απόσταση, ζει την μοναξιά κι επιστρέφει, διότι η ζωή είναι για τους ανθρώπους κι ας μην είναι το παιχνίδι με τους όρους του. Ένας λαβύρινθος, με δαιδαλώδη προβλήματα.

Στο φινάλε το κέρδος είναι η αποκόμιση εμπειριών, το ταξίδι προς την Ιθάκη. Και μάλιστα εδώ ταιριάζει άρρηκτα η αναφορά στον επίσης ομοφυλόφιλο Καβάφη, που ποτέ δεν έκρυψε την αγάπη του για το νέο-ωραίο. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον πρωταγωνιστή μας. Ψάχνει τρόπο να ισορροπήσει ψυχικά, μέσα στην αδυσώπητη καθημερινότητα. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα, που βλέπει το τρένο να περνά μπροστά του, σαν να φεύγει η ζωή του. Τελικά δεν τα κατάφερε, να αλλάξει τον κόσμο, υπέκυψε στον πειρασμό, αλλοτριώθηκε, βίωσε όμως έντονα συναισθήματα. Και κάπου εκεί η εικόνα γίνεται έγχρωμη. Αυτό επικρατεί σήμερα. Πόσα θες; Ρωτά ...


Σάββατο 16 Ιουλίου 2016

Suntan


Η τρίτη ταινία του Αργύρη Παπαδημητρόπουλου, που έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Ρότερνταμ, ταξίδεψε μέχρι το Εδιμβούργο, που βραβεύτηκε κι είναι υποψήφια στην δεκάδα των Βραβείων LUX του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου. Ο Έλληνας σκηνοθέτης ξαναχτυπά, μετά τα Bank Bang (2008) και Wasted Youth (2011) και μας χαρίζει την καλύτερή του ταινία με πρωταγωνιστή τον Μάκη Παπαδημητρίου. Το ελληνικό σινεμά σε μία δύσκολη εποχή, οικονομικής κι ηθικής κρίσης, δίνει απαντήσεις ποιότητας και μετά τον Αστακό του Λάνθινο, το Chevalier της Αθηνάς Τσαγκάρη και το Tετάρτη 4:45 του Α. Αλεξίου, παρουσιάζει σε όλη την Ευρώπη το Suntan.

Ένας μοναχικός άνδρας μεταβαίνει στην Αντίπαρο, προκειμένου να κάνει το αγροτικό του, ως γιατρός του νησιού. Εσωστρεφής και μοναχικός, στο πρότυπο της εποχής, τολμώ να πω, ζει μαραζωμένος, εγκλωβισμένος μεταξύ του άχαρου λειτουργήματός που επιτελεί και της πτώσης των αξιών της εποχής, που τον έφεραν εκεί. Κάπως έτσι κυλάει το πρώτο, βαρετό μέρος του φιλμ. Κι εκεί, που πας να απογοητευτείς, έρχεται η ανατροπή κι η απογείωση στο δεύτερο σκέλος. Όαση στην έρημο της μονοτονίας του αντιεμπορικού νησιού.

Μία ομάδα τουριστών φτάνει στο νησί. Μέλος της η Άννα. Ο Κωστής μαγεύεται. Είναι ικανός να ζήσει το όνειρο στα όρια του εφιάλτη. Να ρισκάρει. Η ταινία ακροβατεί μεταξύ του δράματος και της κωμωδίας. Το παιχνίδι με τον ήλιο και το νερό, με το γυμνό και ντυμένο σώμα. Δεύτερα μηνύματα κρυμμένα σε κάθε σκηνή. Σε παρασέρνει, σε ταξιδεύει, σε μαγεύει κι εν τέλει σε παγιδεύει. Μέσα στην ηλιόλουστη ραστώνη, ο πρωταγωνιστής μας επιδιώκει να ξεπεράσει τον εαυτό του, βιώνοντας παράλληλα τα απωθημένα του.

Δύο κόσμοι συγκρούονται. Ο σοβαρός γιατρός, μετρημένος και πνιγμένος στην καθημερινότητα κι οι φιλοήδονοι τουρίστες, που η ηλικία τους, τους επιτρέπει να διασκεδάσουν, χωρίς να σκέφτονται το αύριο, δίχως επιπρόσθετες έγνοιες κι αναστολές. Ο Παπαδημητρόπουλος συνθέτει το ψηφιδωτό της ελληνικής κοινωνίας. Τόσο αληθινό, ρεαλιστικό, στα όρια του κυνισμού.

Ο Παπαδημητρίου από κομπάρσος της τηλεόρασης, μετά το Chevalier, εξελίσσεται στον απόλυτο πρωταγωνιστή της μεγάλης οθόνης. H Έλλη Τρίνγκου στο ντεμπούτο της, δίνει μία δυνατή ερμηνεία, ενδεικτικό του τι θα ακολουθήσει στην καριέρα της. Η αλλοτρίωση του ανθρώπου της εποχής, μπορεί να νικηθεί. Ευτυχώς η ιατρική δεν βρήκε ακόμα αντίδοτο στον ΕΡΩΤΑ.







Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016

H Ελιά


Μία ταινία, της οποίας σεναριογράφος είναι ο Πολ Λάφερτι, δεν μπορεί παρά να έχει έντονο κοινωνικοπολιτικό μήνυμα. Ο βασικός συνεργάτης του Κεν Λόουτς, δουλεύει με την 49χρονη Ισιάρ Μπογαίν και δίνουν ένα βαθιά συγκινητικό μήνυμα, μέσα από ένα φιλμ εκατό λεπτών. Ο ισπανικός κινηματογράφος ακμάζει και μετά τον " Ματωμένο Γάμο ", έρχεται μέσα στο 2016, μία ακόμα πολύ αξιόλογη προσπάθεια.

Με κινητήριο μοχλό την Ελιά, ιερό φυτό από αρχαιοτάτων χρόνων στη Μεσόγειο ξετυλίγεται η πλοκή του έργου, που ευαισθητοποιεί και ενεργοποιεί τον θεατή. Ο παππούς έχει ζήσει μία ζωή συνυφασμένη με το δέντρο. Είναι η ιστορία του, η κληρονομιά που του έλαχε από τους πρεσβύτερους κι είχε σκοπό να αφήσει στα παιδιά του. Ένα κειμήλιο. Για κακή του τύχη όμως, μόνο η εγγονή του αντιλήφθηκε την αξία του εγχειρήματος του. Πολλές φορές στη ζωή, δύσκολο είναι το απλό άλλωστε. Η μικρή έζησε το παραμύθι με το Τέρας. Τραγούδησε, σκαρφάλωσε, έπαιξε, έμαθε να μπολιάζει. Τα χρήματα δεν αλλοτρίωσαν τον γέροντα, μαράζωσε, έλειπε το " παιδί " του, η παρέα του. Πιστός συνοδοιπόρος του, η  Άλμα μεγαλώνοντας. Έκανε κάθε δυνατή κι αδύνατη προσπάθεια για να τον αναστήσει και να τον σώσει.

Το ταξίδι ξεκίνησε χωρίς σχέδιο και με περίσσειο θράσος, η παλιννόστηση του " δέντρου " ευσεβής πόθος. Η ανιδιοτελής αγάπη του φίλου της, Ράφα πυξίδα για να φτάσει στον στόχο η οικογένεια. Θυσιάζει τα πάντα κι ας γνωρίσει την σκληρή αλήθεια. Η ακτιβιστική κοινότητα της Γερμανίας ευαισθητοποιήθηκε, αγκάλιασε την προσπάθεια της νεαρής κοπέλας. Έγινε αγώνας μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Οι Γερμανοί όμως στυγνοί, όπως και στην καθημερινότητα αδιαφόρησαν.

O σεναριογράφος πήρε την ιδέα από ένα άρθρο σε εφημερίδα, που αφορούσε σε πώληση δέντρων από την Ισπανία, προς τον Βορρά της Ευρώπης και την Ασία. H φίλη της πρωταγωνίστριας καλείται συνεχώς Βίκι. Δεν είναι αυτό το όνομά της. Είναι το παρατσούκλι της από το Wikipedia, καθώς είναι μία κινητή εγκυκλοπαίδεια. Πανέξυπνη και καθ΄όλα ενημερωμένη.  Η περιοχή που ήταν η Ελιά είναι το Ελ Μεστράντζο. Μία έκταση στην επαρχία Καστεγιόν, στην αυτόνομη Βαλένθια.

Κι όταν η Άλμα, μετά από συνεχή αγώνα, ανέβηκε στο δέντρο, επήλθε η λύτρωση. Ο παππούς το ένιωσε, άγγιξε την Ελιά ένα μέλος της οικογενείας και κοιμήθηκε ήσυχος, πράος, ήρεμος. Η επιστροφή δύσκολη, το φορτίο βαρύ, η απώλεια δυσβάσταχτη. Κι όμως το σκηνικό ανατρέπεται, η ζωή νικά τον θάνατο. Μία νέα ελιά θα μεγαλώσει στην ίδια ακριβώς θέση. Φόρος τιμής στον παππού και την φύση.

Αν ερμηνεύσουμε αλληγορικά την ταινία, βλέπουνε ότι η Ευρώπη χωρίζεται στα δύο. Ο Βορράς του πλούτου κι η Μεσόγειος του ρομαντισμού και της κρίσης, που ακόμα επιβιώνουν το ήθος κι οι αξίες. Η Γερμανία κινεί τα νήματα κι εκμεταλλεύεται τον πλούτο των άλλων χωρών. Η φύση όμως θα εκδικηθεί είναι δεδομένο. Οι άνθρωποι κατανοούν το μέγεθος της καταστροφής πλέον, αλλά ίσως είναι ήδη αργά.

Πολυδιάστατο φιλμ, ανθρώπινες σχέσεις, δυνατοί δεσμοί. Ένα ταξίδι γεμάτο νόημα σε μία δεύτερη ανάγνωση, η προσπάθεια, ο αγώνας στέφθηκαν από επιτυχία. Είδαμε στην οθόνη ιδανικά, που σπανίζουν στην εποχή μας και τα συναντάμε κυρίως σε επαρχίες, που οι σχέσεις δεν έχουν εκφυλιστεί πλήρως.