Άουσβιτς 1944. Όσο απότομα ξεκινώ, τόσο απότομα αρχίζει και το φίλμ, που κάνει τον θεατή μέρος του από το πρώτο δευτερόλεπτο. Ο Σαούλ είναι από τους λίγους επιζώντες της κόλασης του Ολοκαυτώματος. Εργάζεται για χάρη των Γερμανών. Ανήκει στους Sonderkommandos. " Eίμαστε όλοι νεκροί ", λέει στους υπόλοιπους. Κι όχι μόνο πνευματικά, αλλά κι ουσιαστικά, καθώς κι αυτοί δεν γλίτωναν από το μένος του δυνατού, για να μην μαρτυρήσουν την γενοκτονία. Πόσο δύσκολο να είναι η μοίρα σου προδιαγεγραμμένη; Την ώρα, λοιπόν, που ετοιμάζεται μία απόπειρα απόδρασης, ο πρωταγωνιστής βρίσκει την δική του διαφυγή στον εξαγνισμό της ψυχής. Πιστεύει πως ένα νέο παιδί είναι ο γιος του. Δεν προσπαθεί να το σώσει, αλλά να σωθεί. Θέλει να αποδώσει στον θάνατο την αξιοπρέπεια που του αξίζει.
Η ιδιομορφία του έργου είναι, ότι είναι γυρισμένο απόλυτα πάνω στον πρωταγωνιστή. Η κάμερα είναι κολλημένη πάνω του. Δουλεύει στο βλέμμα του, αντικατοπτρίζεται ο ψυχισμός του, εξωτερικεύονται τα δεινά που έχει κρυμμένα βαθιά μέσα του, ως επτασφράγιστα μυστικά. Τόσο άμεσο, που σε πνίγει. Δεν μας δείχνει το "Ολοκαύτωμα". Ανήκει μόνο σ΄ αυτούς που τραγικά το βίωσαν. Ψάχνω ένα γενικό πλάνο. Δεν υπάρχει χώρος και χρόνος, ούτε περιθώριο διαφυγής. Σε μία αργή αφήγηση, η ταχύτητα στα πλάνα είναι ιλλιγιώδης. Σχήμα οξύμωρο, πλην όμως η απόλυτη πραγματικότητα.
Ο Γκέλα Ρένιγκ, πρωταγωνιστής, δεν είναι ηθοποιός, είναι ποιητής. Έδωσε με την ερμηνεία του μία χροιά ευαισθησίας στον ρόλο. Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε ακόμα και για ποιητική μεταφορά, υπό την συνοδεία μοναδικών ήχων. Προσεγμένη σχεδόν κάθε λεπτομέρεια. Μία βιωματική ιστορία, που αγγίζει τα όρια ενός πολυδιάστατου θρίλερ. Με όπλα τον φακό και τον κυνικό ρεαλισμό.
"Μετά το Άουσβιτς είναι βαρβαρότητα να κάνεις ποίηση", έχει πει ο Τέοντορ Αντόρνο. Κι όμως ο Νέμες τόλμησε κι όχι απλά σε σειρές, αλλά στην μεγάλη οθόνη και δικαιώθηκε. Η ταινία αποτελεί τον αγώνα ενός ανθρώπου για εξομολόγηση, παραδοχή του εγκλήματος κι άφεση αμαρτιών, ώστε να κοιμηθεί επιτέλους ήσυχος. Υπάρχει άραγε ηθική σωτηρία; Κι όλα αυτά την ώρα που στη Γαλλία είχαμε μία εκατόμβη θυμάτων. Από την κτηνωδία της οθόνης δηλαδή, σ΄αυτήν της πραγματικότητας.
Για να είναι μεγάλη μία ταινία πρέπει να σε ταξιδεύει, να συγκινεί, να σε διαγείρει, να διδάσκει και να σε τοποθετεί σε πρώτο πλάνο. Να είσαι ένας άλλος, όπως έχει γράψει ο Πεσόα. Κι αυτή είναι μία από τις καλύτερες ταινίες της χρονιάς, αλλά και της δεκαετίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου