Addthis

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2019

Η στολή του λογαχού


Ο Ρόμπερτ Σβέντκε μετά το πέρασμά του από το Hollywood, επιστρέφει στην Ευρώπη και θέτει στο επίκεντρο τη στολή με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Πρόκειται για την αληθινή ιστορία του Γουίλι Χέρολντ στα τέλη του Β΄Παγκοσμίου πολέμου. Μία αλληγορία από το τότε, που ακουμπάει το σήμερα, καθώς ο χρόνος κάνει συνεχώς κύκλους. Κι οι " σβάστικες " δυστυχώς ολοένα και πληθαίνουν σήμερα, όσο η μόρφωση, ο πολιτισμός κι οι τέχνες είναι για τους λίγους. Eξ΄ου κι οι 17 βραβεύσεις σε διεθνή Φεστιβάλ.

1945, η πλάστιγγα αρχίζει να γέρνει υπέρ Ρώσων και Βρετανών. Ολοένα και περισσότεροι στρατιώτες από τη γερμανική πλευρά λιποτακτούν, παρακολουθώντας την αρκούδα να επελαύνει μέχρι το Βερολίνο. Ένας απ΄αυτούς είναι κι ο πρωταγωνιστής μας (Mαξ Χούμπαχερ). Δε θέλει να πεθάνει στο μέτωπο με ανδρεία, προτιμάει να παραδοθεί στον αντίπαλο ή να αναζητήσει εναλλακτικό τρόπο διαφυγής. Την ώρα που περιπλανιέται για να σώσει τη ζωή του, η στολή ενός λοχαγού, την οποία θα βρει σε ένα εγκαταλελειμμένο τζιπ, θα αλλάξει άρδην τη ζωή του.


Κι οι έσχατοι έσονται πρώτοι. Τα παράσημα του δίνουν εξουσία. Δημιουργεί άμεσα μία ετερόκλητη ομάδα και ξεκινούν το ταξίδι τους, ώστε να μάθουν τι κρύβεται πίσω από το μέτωπο. Η δύναμη που του δίνει η στολή, τον αποκτηνώνει. Παίρνει αυθαίρετες αποφάσεις, αφαιρεί ζωές κι όλα αυτά με απόλυτα κυνικό τρόπο, χωρίς καμία ευαισθησία. Από τη θέση τους θύματος, γίνεται ο θύτης χωρίς καμία συμπόνοια. Νιώθει την ανάγκη να εκδικηθεί, αλλά τελικά τιμωρεί αυτούς, με τους οποίους πιθανότατα θα είχε κοινή μοίρα, αν τον είχαν πιάσει. Παίρνει στον λαιμό του δεκάδες ψυχές, προκειμένου να κερδίσει χρόνο.

Αποτρόπαια εγκλήματα, σοκαριστικές, μακάβριες εικόνες (να σκάβεις τον ίδιο σου τον τάφο). Στον πόλεμο όμως όλα επιτρέπονται. Εκεί ή τα κερδίζεις ή τα χάνεις όλα, δεν υπάρχουν συμβιβασμοί όπως στη διπλωματία. Το ασπρόμαυρο φόντο μας μεταφέρει νοερά στην εποχή. Εκεί κυριαρχεί το ένστικτο της επιβίωσης. Όποιος προσπαθεί να μείνει άνθρωπος, πληρώνει με τη ζωή του. " Αν δεν την φέρεις στον θάνατο, θα σου τη φέρει αυτός ". Δε ξέρεις αν πρέπει να γελάσεις (μαύρη κωμωδία) ή να κλάψεις, με όσα έρχονται ...


Το φιλμ μου έφερε συνειρμικά στο μυαλό τον Γιο του Σαούλ του Λάζλο Λέμες. Κοινή συνισταμένη οι θηριωδίες των ναζί, τις οποίες βλέπουμε εκ των έσω. Τότε απέναντι στους Εβραίους, ως αρία φυλή, ως κάτι ανώτερο, αυτή τη φορά απέναντι στους συμπατριώτες τους, που λακίζουν μπροστά στο μοιραίο. Ακόμα και το παιχνίδι με την κάμερα θυμίζει τις τεχνικές του αριστουργήματος του 2015. Ο πρωταγωνιστής βέβαια έχει διαφορετικό ρόλο, αλλά και στις δύο περιπτώσεις είναι κι αυτός εγκλωβισμένος στο διαμορφωθέν αδιέξοδο.

Σαφώς και μπορεί να γίνει σύνδεση με τη σημερινή εποχή, καθώς αγγίζει λεπτές χορδές και φτάνει έμμεσα μέχρι και τη διαπλοκή. Οι καταστάσεις που βιώνουμε όλοι μας είναι οριακές κι ίσως ο σκηνοθέτης αυτό ακριβώς θέλει να φωνάξει πριν είναι αργά. Η ηθική χρεοκοπία κι ο εκφυλισμός της αισθητικής, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση δίνει πάτημα σε ανθρώπους-δημαγωγούς με ανάλογες τρελές ιδέες να ανελιχθούν στην εξουσία με όπλα τους τον εθνικισμό και τον φανατισμό. Αυτοί θα σπείρουν μίσος και αργότερα φυσικά θα θερίσουμε όλοι μας θύελλες. Εμείς όμως τι κάνουμε μπροστά σε όλο αυτό;

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2019

Στους διαδρόμους


O Τόμας Στούμπερ δημιουργεί στην τρίτη του σκηνοθετική απόπειρα ένα αινιγματικό φιλμ, που θέτει τον σινεφίλ σε σκέψεις για το που βρίσκεται η αληθινή ευτυχία στη ζωή. Βασισμένο στα διήγηματά του γερμανού Clemens Meyer με τίτλο, " η νύχτα, τα φώτα " . Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής στο Βερολίνο, Καλύτερου Σεναρίου στην Αθήνα, Βραβείο ΠΕΚΚ και συνολικά δέκα βραβεύσεις σε Φεστιβάλ, για το πολλαπλό μήνυμα, που άγγιξε κριτικούς και θεατές σε ολόκληρο τον κόσμο κι ειδικά στην Ελλάδα.

O 30χρονος Kριστιάν παλεύει να ξεφύγει από την παλιά του ζωή κι ως μάνα εξ΄ουρανού έρχεται η πρόταση για εργασία σε ένα supermarket. Κρύβει τα σημάδια του παρελθόντος και ρίχνεται στη δουλειά με αυταπάρνηση από την πρώτη ημέρα. Εκεί θα γνωρίσει δύο πρόσωπα, που θα τον σημαδέψουν. Ο μέντοράς του, Μπρούνο κι η γλυκιά κοπέλα από το τμήμα των ζαχαρωτών, Μαριόν. Άμεσα θα νιώσει, ότι ανήκει κάπου, σε ένα κοινωνικό σύνολο και θα προσπαθήσει να καθορίσει / να βρει αθόρυβα τον ρόλο του μέσα σ΄αυτό. Mία επίπονη διαδικασία πάντα υπό την επιτήρηση του αρχηγού, των πάνω, καθώς βρίσκεται σε δοκιμαστική περίοδο αξιολόγησης.


Οι πυλώνες της ταινίες θεωρώ πως είναι τρεις, όσες κι οι υπο-ιστορίες στις οποίες χωρίζεται. Ο πρώτος εξυμνεί την ανδρική φιλία ("χωρίς τσιγάρο δε βγαίνει "), ο δεύτερος μας παρουσιάζει τον αυθόρμητο έρωτα με την πρώτια ματιά, το αγνό φλερτ (στην αυτόματη μηχανή του καφέ), την αγάπη κι ο τρίτος βγάζει μία δυνατή κραυγή για την μοναξιά του σύγχρονου δυτικού κοσμού. Όσον κι αν προσπαθείς να διαχειριστείς ή να κρύψεις αυτό το συναίσθημα, είναι ικανό από μόνο του να σε διαλύσει, όταν θα βρεις τον χρόνο να καθίσεις και να σκεφτείς ...

Δεδομένα μεγάλο μέρος της επιτυχίας ανήκει στους τρεις πρωταγωνιστές. Στη διαχυτική, μυστηριώδη Σάντρα Χίλερ, που γνωρίσαμε στο Toni Erdmann, στον προσεκτικό, Φραντζ Ρογκόφσκι (Ηappy End), που περισσότερα λέει με τα μάτια και τις κινήσεις του σώματος, παρά με το στόμα και φυσικά στον Πέτερ Κουρθ, που αποτελεί τον κινητήριο μοχλό, ώστε ο Κρίστιαν να ενταχθεί στο νέο του περιβάλλον κρύβει τόσα μυστικά, καθώς μεταβαίνει από το δημόσιο στο ιδιωτικό. Βρίθει συναισθημάτων αυτός ο " χώρος ", όπως ανίστοιχα στο ' Ένας άλλος Κόσμος " του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, με τον J.K.Simmons και την Μαρία Καβογιάννη να αναπτύσσουν τη δική τους ιστορία στους διαδρόμους ενός ελληνικού σούπερ-μάρκετ.


Δεν μένει όμως στο επιφανειακό ο Στούμπερ και δε διστάζει να βάλει το μαχαίρι μέχρι το κόκκαλο, μιλώντας για τους ανθρώπους-θύματα του καπιταλιστικού τμήματος, που καθημερινά νύχτα μπαίνουν και νύχτα βγαίνουν από το χώρο εργασίας τους και νιώθουν εγκλωβισμένοι σαν θηρία στα κλουβιά, αλλά συγχρόνως φοβούνται το αύριο. Δίνεται η πολύ δυνατή εικόνα-παρομοίωση με τα ψάρια μέσα στη γυάλα. Πάνε να βγουν και ξανά μέσα. Οι γιορτές, οι αργίες έχουν αξία μονάχα όταν έχεις δίπλα σου αυτούς που σε γεμίζουν. ώστε να μοιραστείς. Αν έχεις αυτούς, έχεις τα πάντα. Αλλιώς το κορμί γεμίζει, ανανεώνει τις δυνάμεις του, αλλά η ψυχή μένει άδεια. Εύκολο τρόπος να ξανακυλήσεις, ως αντίδοτο στη συναισθηματική " κόπωση ".

Αυτό που θεωρώ ως επιμύθιο είναι πως δεν πρέπει να συμβιβαστούμε. Η ασφάλεια της ρουτίνας δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να κοιμίσει το πνεύμα και τις αισθήσεις μας, διότι όταν έρθει η ώρα της αφύπνισης το σοκ θα είναι τεράστιο και πολύ δύσκολο να το διαχειριστούμε. Το αίσθημα της μοναξιάς κι οι καθημερινές ανεκπλήρωτες ολοκληρώσεις, μας καλούν να ταξιδέψουμε στους διαδρόμους για δύο ώρες και να γίνουμε κοινωνοί, κομμάτι του προβλήματος, που είναι καθολικό, παγκόσμιο και θέτει στο κέντρο του τον άνθρωπο!


Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2019

Burning


Η νέα μεγάλου μήκους ταινία του Λι Τσανγκ-Ντονγκ, πρώην υπουργού πολιτισμού της Ν.Κορέας, καθήλωσε κοινό και κριτικούς στις Κάννες, παίρνοντας βαθμολογία 3.8/4. Πράγμα που είχε καταφέρει μονάχα το Toni Erdmann μέχρι τότε. Θεωρείται κι όχι άδικα, ένα από τα φοβορί για το OSCAR ξενόγλωσσης ταινίας 2019, καθώς έχει φτάσει μέχρι την τελική πεντάδας της σχετικής κατηγορίας. Τι είναι όμως " Το παιχνίδι με τη φωτιά "; Είναι μία σύνθετη αλληγορία για το νόημα της " μεγάλης πείνας ". Πιθανώς σας μπέρδεψα. Θα το ξεδιαλύνουμε όσο μπορούμε, αλλά στόχος μου είναι να παρακολουθήσετε την ταινία και να δοκιμάσετε τα όριά σας.

Γιονγκσού και Χάεμι κοινή αφετηρία, από την πόλη Πατζού των προαστίων της Νότιας Κορέας, κοντά στα σύνορα με τη Βόρεια. Μετά από χρόνια συναντιούνται ξανά. Έχουν αλλάξει. Βρίσκουν σημείο επαφής κι επικοινωνίας και γρήγορα μία έλξη τους φέρνει κοντά, τους ενώνει. Ένα ταξίδι θα διακόψει την όμορφη καθημερινότητα και μετά την επιστροφή τίποτα δε θα είναι όπως πριν. Αινιγματικά όλα αυτά μέχρι εδώ. Ξαφνικά στην παρέα, προστίθεται ο Μπεν. Αστός, άλλης πάστας άνθρωπος. Αναπτύσσεται γρήγορα μία ιδιότυπη σχέση ανάμεσα τους. Ποιος έχει το πάνω χέρι;


Η κατάσταση είναι περίπλοκη. Αυτό το αντιλαμβάνεται ο θεατής από την πρώτη στιγμή. Ενεργοποιεί όλες τους τις αισθήσεις και τη λογική στο έπακρο για να μπορέσει να ανταπεξέλθει και να μη χαθεί. Ξεκινάμε από ένα love story επανσύνδεσης, πάμε σε μία περιπετειώδη ιστορία ερωτικού τριγώνου κι από εκεί σε ένα διεισδυτικό ψυχολογικό θρίλερ, που μπορεί να ψυχανεμιζόμαστε το φινάλε του, αλλά ο σκηνοθέτης μας κρατάει δέσμιους για 128΄, μέχρι δηλαδή να μας παρασύρει κι εμάς η πύρινη λαίλαπα. Ακροβατούμε συνεχώς μεταξύ της πραγματικότητας και του μεταφυσικού, μεταξύ της κυριολεξίας και της μεταφοράς. Πρέπει να διαβάσουμε πίσω από τις λέξεις, να σκεφτούμε πίσω από τις πράξεις, τους βαθύτερους συμβολισμούς.

Σίγουρα δεν είναι μία ταινία που θα σε ψυχαγωγήσει, που θα σε χαλαρώσει. Αντίθετα, θα σε ταράξει. Θα σε κάνει να ενστερνιστείς απόλυτα τη ρήση του πρωταγωνιστή: " Ο κόσμος είναι ένα μυστήριο ". Από τις προβληματικές σχέσεις, που συνεχώς εγκλωβίζεται, από το τηλέφωνο που χτυπάει και κανείς δεν απαντάει, από τη ξαφνική εξαφάνιση του έρωτα της ζωής του. " Η Χαεμί έγινε καπνός ". Ένα μόνιμο θύμα του συστήματος. Πώς, πού, πότε; Αρνείται να συμβιβαστεί. Τρέχει, τρέχει, τρέχει ... Αναζητεί απαντήσεις. Ψάχνει ... Μάταια.


Χώρα αντιθέσεων, με τον πύργο της Σεούλ να κυριαρχεί και τα εγκαταλελειμένα θερμοκήπια (τόσες κι οι χαμένες ψυχές) στην ύπαιθρο να μαραζώνουν. Παντού όμως κυριαρχεί η αμφιβολία. Από τη μία ο Γιονγκσού (Yoo Ah-in) με το παλιό του φορτηγάκι κι από την άλλη ο Μπεν (Steven Yeun) με την πόρσε. Αυτός είναι κι ο πιο γνωστός, καθώς πρωταγωνίστησε στο " The Walking Dead ". H μεγάλη αποκάλυψη είναι όμως η σκοτεινή Χαέμι. Η Τζουν Τζονγκ-Σέο, που μαζί με τη πρωταγωνίστρια του Μέιλι του Ζου-Ζου από την Ταϊβάν, που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο 59ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, αποτελούν δύο ηθοποιούς της ηπείρου (Ασίας), που μαγνήτισαν τα βλέμματα (κέρδισαν τις εντυπώσεις) το τελευταίο διάστημα.

Το σαγηνευτικό αυτό γράμμα είναι βασισμένο στο διήγημα του Χαρούκι Μουρακάμι, ο " Φλεγόμενος Αχυρώνας (1992) κρύβει μικρά και μεγάλα μηνύματα για το νόημα της ζωής (μεγάλη πείνα). Γενικό ... σωστά. Είναι όμως αυτό ακριβώς. Ο άνθρωπος, τα συναισθήματα, οι αδυναμίες, τα πάθη, ο αγώνας του μέχρι το τελευταίο λεπτό. Μετά το Δίχτυ του Κιμ Κι Ντουκ, ακόμα μία σπουδαία δουλειά, με φόντο στον ορίζοντα την προπαγάνδα της Βόρειας Κορέας, αλλά στο κέντρο της, τη δύναμη, την υπομονή, την αγάπη και τα ανθρώπινα αισθήματα μέχρι την τελική κάθαρση και τη λύτρωση της ψυχής.

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2019

Green Book


Ο Πίτερ Φάρελι είναι γνωστός σε ολόκληρο τον σινεφίλ κόσμο για τα έργα του, " Ηλίθιος και Πανηλίθιος " και " Κάτι τρέχει με την Μαίρη ". Αυτή τη φορά έρχεται να συνδέσει ιδανικά στοιχεία κωμωδίας πάνω σε ένα αντιρατσιστικό δράμα βασισμένο στην αληθινή ιστορία δύο ανθρώπων στις αρχές της δεκαετίας του 1960 στην Αμερική. Μία ταινία που ξεκίνησε την πορεία της με το Βραβείο Κοινού στο Τορόντο, πρόσφατα κέρδισε 3 Χρυσές Σφαίρες (Kαλύτερης ταινίας Μιούζικαλ ή Κωμωδία, β΄ανδρικού ρόλου, σεναρίου) και συνολικά μετράει 31 βραβεύσεις μέχρι σήμερα. Τι μπορεί άραγε να κρύβει μέσα του αυτό το Πράσινο Βιβλίo;

Ο Ντον Σίρλεϊ, ένας εξαιρετικά ταλαντούχος πιανίστας κι ο Τόνι Βαλελόνγκα αποφασίζουν να ξεκινήσουν ένα ταξίδι από κοινή αφετηρία κι ας τους χωρίζουν τόσα πολλά. Ο καλλιτέχνης έχει κάνει ανώτατες σπουδές μουσικής, ψυχολογίας κι είναι έτοιμος για την περιοδεία, με το τρίο του. Ο Τόνι ανήκει στη λαϊκή τάξη, ζει με μεροκάματα και καθημερινά δίνει τον αγώνα του για να υπάρχει φαγητό στο σπίτι. Αναλώνεται σε δουλειές, που αφορούν κυρίως την ασφάλεια νυχτερινών καταστημάτων, καθώς το παρουσιαστικό του τον βοηθά. Δύο διαφορετικοί κόσμοι στην οθόνη μας κι η γνωριμία του ενός με τον άλλον είναι μία επίπονη διαδικασία, τουλάχιστον στο ξεκίνημά της.


Η απαλή μουσική μας συντροφεύει σε αυτό το road trip. Μέρα με την μέρα το χάσμα αμβλύνεται κι οι δύο πρωταγωνιστές έρχονται πιο κοντά. Ο Τόνι, που πιθανότατα πρώτη φορά φεύγει από το Μπρονξ, έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει την μαγεία της φύσης στην πατρίδα του και να πάρει ένα μάθημα ζωής από τον Σίρλεϊ, που αντιμετωπίζει τις δύσκολες καταστάσεις με ψυχραιμία, δίχως να καταφεύγει στη βία. " Η αξιοπρέπεια πάντα νικάει ". Βίγκο Μόρτενσεν (Τόνι) και Μαχερσάλα Άλι (Σίρλεϊ) είναι οι κινητήριοι μοχλοί της επιτυχίας. Κάθε κίνησή τους μοιάζει τόσο μελετημένη, ώστε να αποδώσουν άριστα.

Εμείς έχουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε την εποχή και τις δύσκολες καταστάσεις που βίωσαν οι Αφροαμερικάνοι. Πραγματικά σχεδόν εξήντα χρόνια μετά, το φιλμ μοιάζει τόσο επίκαιρο. Τη χρονιά του " Μαύρου Πάνθηρα " και της " Παρείσφρησης ", ακόμα μία προσπάθεια μιλάει για τα ανθρώπινα δικαιώματα και θυμίζει πως υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι κι όχι μαύροι, λευκοί, κίτρινοι. Κι αυτοί πονούν ο καθένας για διαφορετικούς λόγους, μα πιο πολύ από την μοναξιά και την άρνηση της αποδοχής τους, απ΄όσους πραγματικά θα ήθελαν να είναι στο πλευρό τους (" ο κόσμος είναι γεμάτος μοναχικούς ανθρώπους που φοβούνται να κάνουν την πρώτη κίνηση ").


Σε διάστημα οχτώ εβδομάδων και δύο κινηματογραφικών ωρών για τους θεατές θίγονται ταξικά ζητήματα, έχουμε ένα σαφές σχόλιο για τον τζόγο. " Το να παίζεις για ψίχουλα θα σε κάνει νικητή "'; κι άλλα λεπτά ζητήματα, που αφορούν τη σεξουαλικότητα, την ελευθερία, την αντιμετώπιση των " ισχυρών ". Όλα τους θέματα, που μας απασχολούν ακόμα και σήμερα, ίσως σε μικρότερη κλίμακα, αλλά δυστυχώς δεν έχουν εκλείψει. Η αλληλεπίδραση οδηγεί τους δύο ανθρώπους σε αλλαγή στάση και κοσμοθεωρίας. Διαλύονται ταμπού και προκαταλήψεις.

Μπορεί από το 1964 να θεμελιώθηκαν τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών, αλλά είναι καθαρά στο χέρι μας το πως θα αντιμετωπίσουμε τον διπλανό μας. Με ευγένεια, με κατανόηση, με διάθεση αλληλεγγύης. Σίρλεϊ και Βαλελόνγκα καλλιέργησαν μία εποικοδομητική φιλία και μέχρι το τέλος της ζωής τους (πέθαναν το 2013 με λίγους μήνες διαφορά) είχαν επαφές, δείχνοντας τον δρόμο στον καθένα μας. Χρειάζεται θάρρος να αλλάξεις τις καρδιές των ανθρώπων κι η μουσική είναι ένα μέσο, ένα όπλο προς αυτήν την κατεύθυνση, αρκεί να μπορείς να χαλαρώσεις και να αφεθείς στους ρυθμούς της ...

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2019

A Twelve Year Night


Διαβάζοντας τις θεματικές του 59ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και τις περιλήψεις των ταινιών, το μάτι μου έπεσε πάνω στη " Δωδεκάχρονη νύχτα ". Ο Ουρουγουανός σκηνοθέτης, Άλβαρο Μπρέχνερ μπορεί να μην είναι τόσο γνωστός στο ευρύ κοινό, αλλά το 2015 ανακηρύχτηκε ως ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα του ιβηρο-αμερικανικού σινεμά από το Variety. Κάπως έτσι επέλεξα τo έργο του, που βασίζεται σε αληθινή ιστορία κι έχει σαφές κοινωνικοπολιτικό περιεχόμενο. Μία λυρική ιστορία επιβίωσης, για τη δύναμη του πνεύματος εν καιρό πολέμου.

1973. Επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας στην Ουρουγουάη. Τα μέλη των Tupamaros, αντάρτες που συνδέονται με τη συνδικαλιστική οργάνωση φυλακίζονται. Ξαφνικά μία φθινοπωρινή νύχτα, τρία μέλη αποχωρούν από τον πυρήνα των κρατουμένων. " Οι κρατούμενοι ξέρουν την ποινή; ... Θα τη διαπιστώσει το σώμα τους. Εμείς τους ακολουθούμε σε ολόκληρο το ταξίδι τους στις κατακόμβες των κελιών, μακριά από το φως του ηλίου στο μεγαλύτερο διάστημα. Ο στόχος σαφής, να τους τρελάνουν. Ένας αργός θάνατος, η νοητική παράλυση. Η πιο σκληρή εκδίκηση. Από τα μακάβρια μηνύματα στους τοίχους, που προμηνύουν τη συνέχεια, μέχρι την έλλειψη βασικών προδιαγραφών υγιεινής.


Μία ταινία που ξυπνάει μνήμες στους Έλληνες, καθώς κι η χώρα μας έζησε τη δική της χούντα στο ίδιο διάστημα (1967-1974). Σίγουρα θα υπήρχαν ανάλογα παραδείγματα κι εδώ στις εξορίες. Κι αυτοί που βρίσκονται συνήθως στο στόχαστρο, στο μάτι του κυκλώνα είναι άνθρωποι μορφωμένοι, φοιτητές διανοούμενοι, ακόμα και επιστήμονες με επιρροή στον λαό. Τα χρόνια περνούν, τα βασανιστήρια αλλάζουν απλώς μορφή και υπάρχει θα λέγαμε μία κλιμάκωση, με ολοένα και μεγαλύτερους περιορισμούς (" θα ήταν πιο ανθρώπινο να τους είχατε πυροβολήσει "), αλλά ο Μπρέχνερ φροντίζει να μας έχει πάντα σε επαφή με το παρελθόν, μέσω διαδοχικών flashback.

Υμνούνται αξίες, όπως η συντροφικότητα, η υπομονή, η μόρφωση, το ήθος, η περηφάνια. " Πληρώσαμε μα δεν ηττηθήκαμε ", με υψηλό φρόνημα, με ψηλά το κεφάλι, με καθαρή καρδιά. " Όλοι κάνουμε λάθη " ... Είναι όμως στιγμές που κι οι βράχοι είναι έτοιμοι να λυγίσουν. Να κλάψουν, να μιλήσουν, να φωνάξουν, να ξεσπάσουν. Και τότε αρχίζει η εσωτερική πάλη. Ο μεγαλύτερος αγώνας σε εξέλιξη. " Σταμάτα να σκέφτεσαι ". Η πραγματικότητα συγχέεται με τις παραισθήσεις κι η λογική θολώνει. Σε αυτό το οριακό σημείο εντελώς μόνος κι αβοήθητος πρέπει να ορθοποδήσεις.


Κι από την άλλη, άνθρωποι αδίστακτοι (όπλισαν τα χέρια των αμάχων), αποκτηνωμένοι, δίχως αίσθηση του ορίου. Θέλουν να ταπεινώσουν, να τρελάνουν κάποιους, διότι είχαν απλά αντίθετα πιστεύω. Τους δίνει άραγε χαρά, ζωή αυτό; Μοναδικό πράγμα που ενώνει το ποδόσφαιρο, που άγει τις μάζες. Κάπως έτσι γίνεται μία γέφυρα και με την εποχή μας και το φιλμ αποκτάει ιστορικό-διδακτικό χαρακτήρα, με φόντο όσα μας περιμένουν στο μέλλον. " Πιστεύεις ότι μπορείς να κερδίσεις ολόκληρο το σύστημα; Ο κόσμος είναι γεμάτος ιδεαλιστές κι η κόλαση γεμάτη με ανθρώπους με καλές προθέσεις ". Πόσο κυνικό μήνυμα.

Το επιμύθιο αυτής της σπουδαίας προσπάθειας θεωρώ, ότι βρίσκεται σε δύο στιχομυθίες. " Όσες κι αν οι κακουχίες, δεν πρέπει να τα παρατήσεις ", " μείνε δυνατός ". Τα λόγια δύο γυναικών, μίας μάνας και μίας ψυχολόγου, που αναγνωρίζουν το μεγαλείο της θυσίας των ανδρών και τους παροτρύνουν να αντέξουν λίγο ακόμα. " Μόνοι χαμένοι είναι αυτοί που τα παρατάνε ". Λίγο καιρό μετά η χώρα επιστρέφει στη Δημοκρατία μέσω δημοψηφίσματος. Σιγά σιγά θα έρθει η αποφυλάκιση. Μάλιστα ο Jose Mujica, ένας από τους τρεις, θα διατελέσει Πρόεδρος της Ουρουγουάης από το 2010 έως το 2015, δείγμα του ότι οι καλοί δε χάνονται και το καλό νικά.

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2019

The Mule


O Kλιντ Ίστγουντ επιστρέφει σε ηλικία 89 ετών, τόσο ως σκηνοθέτης, όσο κι ως πρωταγωνιστής στο " Βαποράκι ", με τον Νικ Σενκ να υπογράφει το σενάριο, όπως συνέβει νωρίτερα και με το Gran Torino (2008). Μία ταινία που ακροβατεί ανάμεσα στο θρίλερ, το οικογενειακό δράμα και την μαύρη κωμωδία. Πραγματικά κανείς δε ξέρει αν θα είναι κι η τελευταία του σπουδαίου δημιουργού-ηθοποιού, αλλά νομίζω πως αφήνει το στίγμα του.

O 90χρονος Ερλ Στόουν έχει αφιερώσει όλη του τη ζωή στα αγαπημένα του φυτά. Εργάζεται με ζήλο ως βοτανόλογος και στον βωμό της επιστήμης του θυσιάζει πολύ σημαντικά πράγματα. Όταν θα βρεθεί δίχως δουλειά και χρήματα, θα βιώσει το απόλυτο υπαρξιακό κενό, καθώς θα δεχτεί την απόρριψη από όλα τα μέλη της οικογένειάς του. Την ίδια στιγμή όμως, μία νέα προοπτική ανοίγεται μπροστά του. Μία ξαφνική πρόταση εργασίας, που κανένας δεν θα περίμενε να γίνει σε έναν άνθρωπο αυτής της ηλίκιας. Κι όμως ...


Ο παππούς ("tata") δέχεται αφελώς και ξεκινάει να κάνει αυτό που αγαπάει ... ταξιδεύει με το αγροτικό του αυτοκίνητο στις Πολιτείες των ΗΠΑ. Παράλληλα όμως αναλαμβάνει το βαρύ φορτίο της μεταφοράς. Στην αρχή τουλάχιστον εν αγνοία του. Βλέπει αυτήν την νέα εμπειρία, ως μία ευκαιρία εύκολου πλουτισμού, αλλά κυρίως ως μία αφορμή αυτοκριτικής, αποδοχής μίας νοσηρής κατάστασης και επαναπροσδιορισμού των προτεραοτήτων. Λίγο πριν το ύστατο χαίρε είναι αποφασισμένος να κερδίσει το στοίχημα της ζωής, παρ΄ότι κι ο ίδιος μπλεγμένος σε μία διόλου ευχάριστη περιπέτεια. Ο θάνατος δεν τον φοβίζει.

Ο σκηνοθέτης, γνωστός για τα πολιτικά του πιστευώ, φανατικός ρεπουμπλικάνος, κάνει ένα έμμεσο σχόλιο για το σύστημα που ο ίδιος στήριξε, αλλά μοιάζει στη δύση του να το αποστρέφεται. Κυριαρχούν βλέπετε πλέον ξεκάθαρα τα συμφέροντα, οι επιχειρήσεις, ο νόμος της αγοράς. Άπαντες αναλώσιμοι σε ένα παιχνίδι που σε κρατάει δέσμιό του μέχρι το τέλος, όσο κι αν επιζητείς τη λύτρωση της διαφυγής. Θίγεται ακόμα η μάστιγα των ναρκωτικών (τα καρτέλ κυριαχούν), που βρίσκεται μαζί με το εμπόριο όπλων και λευκής σαρκός στην κορυφή του παρεμπορίου σε ολόκληρο τον κόσμο.


Προσωπικά εξέλαβα την αλληλεπίδραση του Κλιντ με τον Μπράντλεϊ Κούπερ, ως μία μορφή παράδοσης σκυτάλης από γενιά σε γενιά. Τόσο όσον αφορά την Τέχνη, όσο και συνολικά. Ένας άνθρωπος που αρνείται να συμβιβαστεί με την εποχή, αλλά δε χάνει το χιούμορ του και με τη σοφία του βετεράνου περνάει το καθολικό μήνυμα στον νεότερο σε δύο κυρίως σκηνές, στο bar και στην τελική στιχομυθία τους στο τζιπ. Μέσα από τα συντρίμια του δικού βίου, οικοδομεί μία κοσμοθεωρία που δεν μπορείς να αντικρούσεις για τις αξίες της ζωής.

Κατάφερε να αναστηλώσει το bar των απόστρατων του πολέμου της Κορέας, να βοηθήσει την εγγονή του να αποφοιτήσει, να κερδίσει τη γυναίκα και την κόρη του και πλέον ήρεμος δηλώνει ένοχος και επιστρέφει στα αγαπημένα του λουλούδια. Θα έχει όσο χρόνο χρειάζεται να ασχοληθεί με αυτά. Από τη μία λοιπόν η φύση κι από την άλλη η αγάπη και τα συναισθήματα, που όσο κι αν προοδεύσει η τεχνολογία (" η γενιά σας είναι ένα τίποτα χωρίς το Internet ") δε θα τα αντικαταστήσει ποτέ. Dean Martin στα ηχεία και " Σ΄αγαπώ περισσότερο από χθες, αλλά όχι όσο θα σ΄αγαπώ αύριο " ...