Η ταινία Τετάρτη 4:45, του Αλέξη Αλεξίου, σάρωσε τα βραβεία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου για το 2016. Πρόκειται για το δεύτερο φιλμ του σκηνοθέτη, μετά το " Ιστορία 52 ", με πρωταγωνιστή τον Στέλιο Μάινα, που δηλώνει πως η αισιοδοξία αποτελεί μότο ζωής για τον ίδιο. Τονίζει δε, πως είχε πολύ καλή συνεργασία με τον Αλεξίου, που βασίστηκε στον αμοιβαίο σεβασμό, την αυθεντικότητα και την ευθύτητα.
Το σκηνικό διαδραματίζεται στην Αθήνα της κρίσης, οικονομικής κι όχι μόνο. Ο Στέλιος είναι ένας χρεοκοπημένος ιδιοκτήτης ενός Τζαζ μπαρ. Έχει ερωτική σχέση με την καλή μουσική, αξία διαχρονική και δεν δέχεται να παρατήσει τα όπλα, βάζοντας λουκέτο. Το κακό είναι, ότι για να συντηρήσει την επιχείρησή του έχει δανειστεί χρήματα από έναν Ρουμάνο τοκογλύφο. Πλέον το χρέος ανέρχεται στις 150.000 ευρώ μαζί με τους τόκους κι ο πρωταγωνιστής μας έχει 32 ώρες να βρει τρόπο να το ξεπληρώσει. Παράλληλα γνωρίζουμε, τον Ομέρ, ιδιοκτήτη Στριπ Κλαμπ που κι αυτός έχει δανειστεί από το ίδιο πρόσωπο κι οι συγκυρίες τον έχουν φέρει στο χείλος της καταστροφής.
Η κατάσταση έχει περιπλεχθεί. Πέφτει στη μάστιγα των ναρκωτικών (κοκαΐνη), συνώνυμο της νύχτας και της μεγάλης ζωής στην Ελλάδα, ψάχνοντας δύναμη και παρηγοριά. Δυστυχώς, τα ΔΑΝΕΙΚΑ, κάποτε τελειώνουν. Ο ίδιος βιώνει την εσωτερική πάλη, μεταξύ του καλού ανθρώπου που είναι στην πραγματικότητα, από τη φύση του κι αυτού της νύχτας, που πρέπει να υιοθετήσει, αν θέλει να επιβιώσει. Κάπου εδώ έρχεται στο μυαλό μου, ο αντίστοιχος ρόλος που υποδύθηκε στην τηλεοπτική σειρά " Μαύρα Μεσάνυχτα " με μεγάλη επιτυχία.
Οι δυσκολίες αλλάζουν τον άνθρωπο, ο φόβος τον μετατρέπει σε αγρίμι. Παίρνει το όπλο του αδελφού του, που δουλεύει ως σεκιούριτυ και ξεκινά για το ραντεβού, αφού πρώτα μαθαίνει πως η γυναίκα του σκοπεύει να του ζητήσει διαζύγιο. Γίνεται μάρτυρας σκληρών εικόνων μέχρι το τέλος. " Έχετε ευθύνη ". Κι όμως δεν έχει χάσει την ανθρωπιά του. Φοβερή εικόνα, τραγική σύμπτωση το λυμένο κορδόνι και στους δύο, του φέρνει στο μυαλό τα παιδικά του χρόνια. Επιστρέφει στο μαγαζί, βλέπει κόσμο, χαίρεται ως ιδιοκτήτης, δίνει 2000 ευρώ σε έναν υπάλληλό του που τα έχει ανάγκη και φεύγει. Η αντιστροφή μέτρηση για την μετάλλαξη ξεκινά. Σε κάθε ευκαιρία το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου ανοίγει. Τι κρύβεται άραγε μέσα; Ο πειρασμός μεγάλος. Ή τώρα η ποτέ, το αρνάκι θα γίνει λύκος και θα εκδικηθεί για τα δεινά, που του έχουν προξενήσει.
Φτάνει στον τόπο συνάντησης. Σε μία ταράτσα. Εκεί έχει μία απροσδόκητη συνάντηση με έναν άνθρωπο που σοφά του είχε πει κάποτε, πως " οι καλοί φεύγουν νωρίς " . Προοικονομία; Η στιχομυθία τους αυτή αγγίζει τα όρια της τραγικής ειρωνείας, μέχρι εκείνη τη στιγμή. Ο Στέλιος δεν αντέχει άλλο, η οργή του τον έχει κατακλείσει, το ξεκαθάρισμα είναι θέμα χρόνου. Η βροχή επιτείνει τη δράση στο σκηνικό. Η μουσική το πέπλο που θα καλύψει το έγκλημα. " Η Τζαζ χορεύεται ". Το όπλο του πέφτει κάτω, ποτάμι αίματος θα ακολουθήσει. Τρομεροί συμβολισμοί. Ο μοναδικός που θα επιβιώσει είναι ο πρωταγωνιστής, που ναι μεν λυτρώθηκε από τους διώκτες του, αλλά έγινε φονιάς, πούλησε την ψυχή του στον διάβολο, μετέτρεψε τη ζωή του σε κόλαση. Και πάλι με το σχήμα του κύκλου μαεστρικά επιστρέφουμε στην ανθρωπιστική του πλευρά. Σαν να μιλάμε για διχασμένη προσωπικότητα κι όμως είναι ο ίδιος. Ενημερώνει την γυναίκα του πως θα πάνε μαζί για τους ελέγχους του γιου του και δίνει 500 ευρώ σε έναν άπορο στα φανάρια.
Το φινάλε συγκλονιστικό. Φτάνει στο σπίτι λαβωμένος. Βλέπει το δέντρο στολισμένο. Δεν μιλάει, σκέφτεται. Δεν ενημερώνει, ούτε ανησυχεί κανέναν, " ο χρόνος ποτέ δεν είναι αρκετός ", περιμένει να ξημερώσει. Ο Αλεξίου αφήνει την τελευταία σκέψη στον θεατή, να γράψει αυτός τον επίλογο.